30/7/14

Η ανισότητα και η αποδοχή της

 
της Νίκης Μ.

Η ανισότητα και η αποδοχή της είναι διαχρονικά πράγματα. Και παραμένουν ανίκητα όχι γιατί υπάρχουν λίγοι ισχυροί και άπληστοι που κυβερνάνε τον κόσμο -αυτοί πράγματι υπάρχουν και είναι ένοχοι- αλλά γιατί ο μέσος άνθρωπος (όσο δόκιμο μπορεί να είναι το να μιλάμε για μια τέτοια υποθετική οντότητα) κατά βάθος ενστερνίζεται το πρώτο και δικαιολογεί το δεύτερο. Κανένα σύστημα δεν μπορεί να επιβιώσει αν δεν βρίσκει επαρκή ερείσματα στην κοινωνία.

Υπάρχει άρα ατομική ευθύνη αυτού του περίφημου μέσου ανθρώπου. Αν υπάρχει πηγή του κακού ας την αναζητήσουμε και μέσα μας, αφού στην καθημερινότητά μας, όχι μόνο ανεχόμαστε την ανισότητα, την αδικία, την ιεραρχία και την ετερονομία, αλλά προσπαθούμε να επωφεληθούμε από αυτά και φυσικά τα αναπαράγουμε ευκαιρίας δοθείσης. Ζούμε συνήθως αμέριμνοι αν όχι ευτυχείς με ό,τι προαιρείται να μας προσφέρει το πολιτισμικό μας σούπερ μάρκετ (κατεψυγμένες ιδέες, θρεπτικά ιδεώδη, ηθική της μιας χρήσης). Γιατί να ξεβολευτούμε άλλωστε όταν η φρίκη βρίσκεται ακόμα μακριά μας, όταν εμείς απολαμβάνουμε ευταξία και ασφάλεια;
Εμείς διαθέτουμε αξίες και ιδανικά σε πλήρη επάρκεια, εθνική συνείδηση και σύμβολα, ένδοξη ιστορία, θρησκεία για τη διδαχή της πίστης και οικογένεια για την διαπαιδαγώγηση των αυριανών περήφανων ιδιοκτητών, εκπαίδευση αντάξια της πλούσιας αγοράς μας, ενθάρρυνση του ανταγωνισμού και κατάλληλη κοινωνική αρένα για να διακριθούμε.

Έχουμε λοιπόν αποδεχτεί τους ταξικούς και λοιπούς διαχωρισμούς που το σύστημα επιβάλλει, ως κάτι αναπόφευκτο αν όχι ως εκφάνσεις μιας κάποιοας κοινωνικής δικαιοσύνης. Απολαμβάνουμε τα μικρά ή μεγάλα προνόμια της οικείας ταξικής βαθμίδας θεωρώντας την απλώς προσωρινή και κάνοντας πάντα όνειρα κοινωνικής αναρρίχησης. Αναπαράγουμε συνειδητά ή ασυνείδητα ιδεολογίες που ενσωματώνουν ή και στηρίζονται σε εθνικιστικές, ταξικές, φυλετικές και σεξιστικές διακρίσεις. Υπάρχει μια βιωματική, συχνά ασυνείδητη, αποδοχή όλων αυτών. Η απόρριψή τους περιορίζεται σε γενικόλογες διακηρυκτικές αρχές προορισμένες να κοσμούν συντάγματα, καταστατικά, τα άλλοθι του συνήθους πολιτικού λόγου και την ατσαλάκωτη προμετωπίδα της ηθικής μας υπόστασης. Στη πλειονότητά μας δεχόμαστε ότι οι κοινωνικοοικονομικές διακρίσεις δικαιολογούνται, καθώς αντιστοιχούν στη φυσική τάξη πραγμάτων, επομένως δεχόμαστε ότι ο διαχωρισμός σε πλούσιους και φτωχούς, σε εξουσιαστές και εξουσιαζόμενους, σε ανθρώπους ικανούς να κυβερνούν και σε άξιους μόνο να κυβερνώνται, σε προνομιούχους και μη, αποτελεί αναπότρεπτη -και γιατί όχι ηθικά αποδεκτή- συνέπεια της φυσικής ανισότητας. Το ότι οι κοινωνίες δεν φτιάχτηκαν για να αναπαράγουν και να ενισχύουν τη φυσική ανισότητα αλλά αντίθετα για να την εξισορροπούν και να προστατεύουν τα μέλη τους από διαφορές ισχύος, από εχθρικά φυσικά φαινόμενα και απειλές του περιβάλλοντος, όπως και για λόγους που επέβαλε η ανάγκη της ανθρώπινης επικοινωνίας, της επαφής, της συμβίωσης, μοιάζει μάλλον με λεπτομέρεια άνευ ιδιαίτερης σημασίας.

Ακόμα κι όταν βιώνουμε στο πετσί μας τις άσχημες συνέπειες αυτών των διαχωρισμών και των ανισοτήτων, ακόμα κι όταν ζούμε από την λάθος πλευρά του τείχους, οι περισσότεροι θα προτιμούσαμε μια σκάλα για να το υπερπηδήσουμε παρά έναν γκασμά για να το γκρεμίσουμε. Από την ισότητα μάλλον προτιμάμε την ανισότητα, αλλά  με εμάς στη «σωστή» πλευρά, σε προνομιούχο θέση. 
Είμαστε εν δυνάμει ολιγάρχες. Άλλωστε ο Νετανιάχου, ο Ομπάμα, οι βιομήχανοι και έμποροι όπλων, οι μισθοφόροι, τα επικεφαλής γεράκια τους και οι παρόμοιου ηθικού αναστήματος προκάτοχοι, ομόλογοί ή συνάδελφοί τους απανταχού, ως μικρά παιδιά δεν μπορεί παρά να ήταν αθώες υπάρξεις και μάλλον θα έβαζαν τα κλάματα αν ζούσαν έναν πραγματικό βομβαρδισμό με θύματα.

Αυτό είναι το μεγάλο και μέχρι στιγμής άλυτο ζήτημα! Ο σημερινός παγκόσμιος πολιτισμός, που στα σημεία του συμπεριλαμβάνονται από φαντασμαγορικά θεάματα, φιέστες και μαζική κουλτούρα χαβούζας, μέχρι σκόπιμες καταρρίψεις επιβατικών αεροπλάνων με δεκάδες νεκρούς, από αστική γκλαμουριά μέχρι ζωή σε τενεκεδουπόλεις και στρατόπεδα συγκέτρωσης, από οργανισμούς για τα δικαιώματα του παιδιού μέχρι βομβαρδισμούς σχολείων, νοσοκομείων και αμάχων, δεν είναι κάτι που στηρίζεται σε μια χούφτα διεστραμμένες φύσεις που έτυχε να ανελιχθούν κοινωνικά μέχρι τα ψηλά κλιμάκια της ολιγαρχίας. Η εξάλειψη αυτών των γνωστών και αγνώστων ολιγαρχών, παρότι έχουν πράγματι αυξημένη αναλογική ευθύνη, δεν θα άλλαζε απολύτως τίποτα. Η ανέλιξή τους έγινε μέσα σε έναν στίβο στον οποίον αγωνιζόμαστε συνήθως κι οι ίδιοι, συνήθως ανενδοίαστα. Η μόνη μας διαφορά από αυτούς είναι οι θέσεις μας στην προσωρινή ή την τελική κατάταξη.

Είναι μάλλον δύσκολο να αποδεχτούμε ότι οι τραγικές κοινωνικές ισορροπίες που εμφανίζονται στον κόσμο, όπως και οι όποιες δυνατότητες αλλαγής τους συναρτώνται με το δικό μας ποιόν, τις αξίες και προτεραιότητές μας, το επίπεδο και τον προσανατολισμό της μόρφωσής μας, την ικανότητά μας για ορθολογική κρίση, το σύνολο των ψυχοπνευματικών μας γνωρισμάτων. Μας φαίνεται δύσκολος ο συσχετισμός της κοινωνικής αθλιότητας με τα ατομικά μας ψυχοπνευματικά χαρακτηριστικά, με το ποιοι ακριβώς είμαστε ατομικά, όχι μόνο στις εξαιρετικές στιγμές που εκδηλώνεται κάποια πιθανή επίθεση της ανθρωπιάς, της αλληλεγγύης ή της κοινωνικής ευθύνης μας, αλλά στην καθημερινότητά μας. 

Μας φαίνεται τραβηγμένο πως η εικόνα της κοινωνίας έχει σχέση με την αυτοσυνειδησία και με την καλλιέργειά μας, με το πόσο θεωρούμε ή όχι «ψιλά γράμματα» τα Γράμματα, την Ποίηση, τη Λογοτεχνία, τη Φιλοσοφία, την Τέχνη, τo πόσο ασκούμε τη λογική μας σκέψη και τις δυνατότητες της ευαισθησίας μας, το πόσο είμαστε ικανοί να φιλτράρουμε και να αξιολογούμε τις ειδήσεις και τις πληροφορίες που μας κατακλύζουν. Κι όμως η κοινωνία δεν θα μπορούσε να είναι άσχετη με το πως στοχαζόμαστε, με το αν αρνούμαστε τη συμμόρφωσή μας προς τις επιταγές της μόδας και του mainstream, με το αν είμαστε σε θέση να αναλύουμε και να κριτικάρουμε ψύχραιμα και λογικά την κρατούσα ιδεολογία και τον τρόπο ζωής μας, να λέμε όχι στη φτηνή συνθηματολογία, να ξεχωρίζουμε τον πραγματικό λαϊκισμό από τον βαφτισμένο, να διακρίνουμε την κοινωνική προσφορά από την ιδιοτέλεια, την πολιτική από τους πολιτευτές.

Αν κάποιος θεωρεί την τέχνη και το πνεύμα «ψιλά γράμματα», τη δε πολιτική ζήτημα των πολιτικών, τότε τι έχει να αντιτάξει στη χωματερή της σύγχρονης μαζικής κουλτούρας και την ομολογουμένως επιτυχή πολιτική της αποχαύνωσης και της καταστροφής και των γενοκτονιών; Και αν δεν έχει να αντιτάξει τίποτα, τότε πώς μπορεί να μην πέσει στην γλυκόπικρη παγίδα που του στήνει το σύστημα, πώς να μη γίνει έστω ασυνείδητα θεράπων και θύμα του; Έχει νόημα να λές απλώς «όχι στον πόλεμο και στον ρατσισμό» αλλά να αποδέχεσαι ως αναπόφευκτη τη διάπλασή σου μέσα από τα στημένα talk show, τις σαπουνόπερες και τα reality show, να μερακλώνεσαι με τα σκυλάδικα που συντηρούν το σκυλολόϊ της νύχτας ή να παθιάζεσαι με την εμετική κουλτούρα των τούρκικων σίριαλ, να ψυχαγωγείσαι με την κουτσομπολίστικη tv και με ό,τι αποτελεί  άμεσο ή έμμεσο ύμνο στην αγορά των πάντων; Είναι δυνατόν να αποδέχεσαι ως διέξοδο διασκέδασης και ψυχαγωγίας τη συνάντησή σου με τα κατακάθια του αισθητικού και ψευτοσυναισθηματικού κρετινισμού και να έχεις απαίτηση για έναν καλύτερο κόσμο; Έχει ιδιαίτερη σημασία το να ταράζεσαι από τους βομβαρδισμούς Παλαιστινίων, Σέρβων, Ιρακινών, Κούρδων, Αφγανών αλλά μετά να απολαμβάνεις το σεξ απήλ των αστέρων στην τελετή της απονομής των Όσκαρ και αγωνιωδώς την πορεία της εθνικής σου μουσικής κατάντιας στη Γιουροβίζιον; Πόσο νόημα έχει το να μιλάς για την παρακμή του πολιτισμού όταν τραγουδάς τα τραγούδια που κάνουν διάσημους καλλιτέχνες του πανεριού, και διασκεδάζεις με ό,τι κάνει πλούσιους τους παραγωγούς και τις εταιρίες που ευθύνονται για την αποχαύνωσή σου;

Ίσως δεν θα μπορούσαν να υπάρξουν όλα αυτά χωρίς τους βομβαρδισμούς και την φρίκη του πολέμου! Οι βομβαρδισμοί -σήμερα εκεί, αύριο παραπέρα ή ίσως εδώ- είναι απαραίτητοι προκειμένου να συντηρηθεί και να εκσυγχρονιστεί η καταναλωτική εξουσιαστική μηχανή που μας αλέθει και μας αφομοιώνει, πουλώντας μας ταυτόχρονα ως θέαμα την κατάντια μας... 
Καλές μας αγορές!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου