23/11/11

Δεν αρκεί να ρίξεις τον «καβαλιέρε» — πρέπει να πέσει και το άλογο!

των Pietro Castelli και η Caterina Froio, της Collettivo Prezzemolo.


«Αλληλούια!» ήταν η λέξη που ψιθύρισαν χιλιάδες άνθρωποι το προηγούμενο Σάββατο στις 21.45, όταν ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι παραιτήθηκε από τη θέση του πρωθυπουργού της Ιταλίας. Η εικόνα της μαύρης λιμουζίνας που τρυπώνει στο Προεδρικό Μέγαρο προκειμένου να αποφύγει τα συνθήματα των διαδηλωτών και τα κέρματα του ενός ευρώ που ρίχνονταν εναντίον της, θα εγγραφεί αναπόφευκτα στη συλλογική μνήμη των Ιταλών για τη δεκαετία που έρχεται.

Η εκπαραθύρωση του Μπερλουσκόνι

Για ένα μεγάλο μέρος των πολιτών αυτής της χώρας, η παραπάνω στιγμή ήταν η εκπλήρωση μιας βαθιάς επιθυμίας, η έκρηξη μιας καταπιεσμένης εδώ και πολύ καιρό χαράς, η στιγμή απελευθέρωσης απ’ την «dicta-blanda»[1] που κυβέρνησε την Ιταλία για περισσότερα από 17 χρόνια.
Μολαταύτα, τα γαϊτανάκια στις πλατείες και τους δρόμους της Ρώμης, τα πλήθη των καθημερινών ανθρώπων που τραγουδούσαν αγκαλιασμένοι κάτω απ’ όλα τα κυβερνητικά κτίρια, δεν μπορούν να κρύψουν το γεγονός ότι για ένα ολοένα μεγαλύτερο τμήμα της Ιταλικής Αριστεράς αυτό το «Αλληλούια» ήταν ψίθυρος, και όχι κραυγή. 
Περιμέναμε και ονειρευόμασταν αυτή τη στιγμή για πολλά χρόνια, όμως σήμερα δεν μπορούμε να αποφύγουμε την πικρή γεύση μιας Πύρρειου Νίκης.

Πράγματι, ο τρόπος και η δυναμική της κατάρρευσης του μπερλουσκονικού σουλτανάτου καταδεικνύουν ότι οι έντονες μέρες που ζούμε είναι περισσότερο μια αφετηρία, παρά ένα τέλος. Διότι είναι προφανές ότι η παραίτησή του δεν ήταν μια πολιτική επιτυχία της Αριστεράς, ούτε το αποτέλεσμα κάποιας ριζοσπαστικής πολιτισμικής μετατόπισης της ιταλικής κοινωνίας. Η διαδικασία της εκπαραθύρωσης του Μπερλουσκόνι ομοιάζει με την πολιτική κρίση στην Ελλάδα τις προηγούμενες ημέρες, στο βαθμό που η πίεση η οποία ασκήθηκε από τις αγορές αποδείχθηκε καταλυτική για να πυροδοτήσει έκτακτες πολιτικές εξελίξεις. Στη δική μας περίπτωση, η διαρκής επίκληση των «Νόμων της Αγοράς» από τους θιασώτες της νεοφιλελεύθερης επιχειρηματολογίας επέβαλε ως απόλυτη προτεραιότητα την υποτιθέμενη «αποτελεσματική διαχείριση» των δημοσιονομικών έναντι της πολιτικής διαλεκτικής που, υπό κανονικές συνθήκες, ορίζει την πορεία της εκάστοτε κυβέρνησης.

Είναι αξιοσημείωτο ότι, για πρώτη φορά στην ιταλική ιστορία (όπου το φαινόμενο της κυβερνητικής αστάθειας και των πυρετωδών διαπραγματεύσεων πριν τη συγκρότηση μιας κυβέρνησης είναι αρκετά σύνηθες), ο αντικαταστάτης του πρωθυπουργού είχε γίνει γνωστός πριν ακόμα την παραίτηση του τελευταίου.

Ο άνθρωπος, λοιπόν, που συμβόλιζε την «ιταλική ανωμαλία» εδώ και είκοσι χρόνια προδόθηκε από τους νόμους του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος –νόμους που για πολύ καιρό υποτιθεται ότι ο ίδιος υπερασπιζόταν. 
Οι «Αγορές» και οι πολιτικοί τους υπάλληλοι εντός των δομών της Ε.Ε. αντελήφθησαν ότι τα συμφέροντα των τραπεζών και των χρηματοοικονομικών οργανισμών δεν εξυπηρετούνταν πλέον από αυτό τον απρόβλεπτο λαϊκιστή. Αντ’ αυτού, επέλεξαν μια αξιόπιστη και περίβλεπτη προσωπικότητα της φιλελεύθερης σκέψης, το υψηλόβαθμο στέλεχος της Goldman Sachs, Μάριο Μόντι. Το ηθικό δίδαγμα της ιστορίας αυτής είναι πως, στην εποχή του καλπάζοντος νεοφιλελευθερισμού, η αδυναμία της πολιτικής στρώνει το δρόμο για την επιβολή προσώπων και επιλογών από τις δυνάμεις των αγορών και της οικονομίας. Είναι χαρακτηριστική η δήλωση-ντιρεκτίβα του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Χέρμαν βαν Ρομπέι: «Η Ιταλία χρειάζεται μεταρρυθμίσεις — όχι εκλογές».[2] Περίπου 24 ώρες μετά, ο Μπερλουσκόνι υπέβαλε την παραίτησή του. Η απόφανση του Βαν Ρομπέι, συμπυκνώνει με τον καλύτερο τρόπο την αντιδημοκρατική εμμονή στην «αποτελεσματικότητα», ενδογενές χαρακτηριστικό της πολιτικής εκδοχής του νεοφιλελευθερισμού.

Η αδυναμία της ιταλικής Αριστεράς

Στην περίπτωση της Ιταλίας, το πολιτικό σύστημα, στο σύνολό του, είναι αδύναμο και απονομιμοποιημένο. Εξίσου αδύναμες και πολυδιασπασμένες είναι οι εναλλακτικές προτάσεις έναντι του μπερλουσκονισμού. 

Για την ακρίβεια, η ιταλική Αριστερά δεν είναι σε θέση –προσώρας, τουλάχιστον– να προτείνει ένα εναλλακτικό εκλογικό πρόγραμμα. 
Αυτό οφείλεται, κατά κύριο λόγο, σε δύο παράγοντες: Πρώτον, στην πολιτισμική (και εκλογική) κρίση που αντιμετωπίζει η Αριστερά από την εποχή της ίδρυσης του Δημοκρατικού Κόμματος (Partito Democratico).[3] 
Σε αντίθεση με τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, στην Ιταλία μέχρι πρόσφατα δεν υπήρχε ένα πραγματικά σοσιαλδημοκρατικό κόμμα,[4] ενώ σήμερα δεν υφίσταται μια πραγματικά αριστερή εναλλακτική εντός του κομματικού συστήματος. 

Δεύτερον, στον εκλογικό νόμο, που φέρνει το Δημοκρατικό Κόμμα στη δύσκολη θέση να αναζητεί προεκλογικές συμμαχίες είτε με τα μικρά κεντρώα κόμματα, είτε με την εξωκοινοβουλευτική αριστερά. 
Η αστάθεια του πολιτικού συστήματος και η καταναγκαστική αναζήτηση ευρείας συναίνεσης καταλήγει στην αποδυνάμωση πολιτικών εναλλακτικών απέναντι στο νεοφιλελεύθερο δόγμα των ευρωπαϊκών οργανισμών.

Η θεραπεία της ανωμαλίας και το (βαρύ) τίμημα

Αυτοί είναι ορισμένοι από τους λόγους για τους οποίους η ευρεία λαϊκή δυσαρέσκεια έναντι του Μπερλουσκόνι και η προφανής ικανοποίηση για την παραίτησή του δεν μας επιτρέπουν να υποβαθμίσουμε τις περιπλοκές της ευθείας παρέμβασης της ΕΚΤ και του ΔΝΤ στα ιταλικά πολιτικά πράγματα. 

Μοιάζει παράδοξο, αλλά η αναξιοπιστία της κυβέρνησης Μπερλουσκόνι είναι, ακριβώς, αυτή που είχε επιτρέψει, ως ένα βαθμό, στην εκτελεστική εξουσία της Ιταλίας να ελέγχει σχεδόν απόλυτα τη ρύθμιση των εσωτερικών υποθέσεων της χώρας. Η Ε.Ε., η Γαλλία και η Γερμανία απέφευγαν τις παρεμβάσεις, φοβούμενες ότι μια απρόβλεπτη κίνηση του παλιάτσου Μπερλουσκόνι θα λειτουργούσε ως πυροκροτητής της ιταλικής βόμβας του δημοσίου χρέους. Τώρα που η εκβιαστική άνοδος των CDS έφτασε στα όριά της και που το «εμπόδιο Μπερλουσκόνι» αντικαταστάθηκε από έναν αξιόπιστο τεχνοκράτη, υπάρχουν ελάχιστα περιθώρια αντίστασης στις πολιτικές λιτότητας. 

Με άλλα λόγια, σύντομα οι Ιταλοί θα αντιληφθούν ότι η θεραπεία της «ανωμαλίας» ενός διεφθαρμένου, άτιμου μαφιόζου στον πρωθυπουργικό θώκο φέρει το κόστος της παράδοσης της δημοκρατίας στα χέρια των αγορών. 
Αυτό που μας ζητείται είναι να θυσιάσουμε το κράτος πρόνοιας, την εκπαίδευση, το ασφαλιστικό σύστημα, το σύστημα υγείας στο βωμό της κρίσης που δημιούργησαν οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ.

[1] Όρος που χρησιμοποιείται στη Λατινική Αμερική και σημαίνει «χαμηλής έντασης, μαλακή δικτατορία».

[2] Ομιλία του Β. Ρομπάι, στην εναρκτήρια εκδήλωση του ακαδημαϊκού έτους του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου, Φλωρεντία, 11.11.2011.

[3] Το Δημοκρατικό Κόμμα (Partito Democratico – PD), κόμμα ιδεολογικά κοντινό –τηρουμένων των αναλογιών– στο ΠΑΣΟΚ, προήλθε από τους κόλπους του κεντροαριστερού συνασπισμού της Ελιάς, που κυβέρνησε την Ιταλία με πρωθυπουργό τον Ρομάνο Πρόντι από το 1996 έως το 1998 και από το 2006 έως το 2008. Πρόκειται για συνασπισμό των πρώην κομμουνιστών με την αριστερή πτέρυγα του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος. Λόγω και του ιδιόρρυθμου (για τα δεδομένα της Ελλάδας) εκλογικού νόμου που ισχύει στην Ιταλία, το PD από την ίδρυσή του αναζητά εκλογικές συμμαχίες μεταξύ Κέντρου και Αριστεράς. 
Αυτή η πολιτική στάση δυσχεραίνει ακόμα περισσότερο την προσπάθεια ανασυγκρότησης ενός πραγματικά αριστερού πόλου, δεδομένης και της πολυδιάσπασης των αριστερών δυνάμεων της Ιταλίας.

[4] Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του ’80, οι δύο κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις ήταν το Κομμουνιστικό Κόμμα στα αριστερά και το Χριστιανοδημοκρατικό στα δεξιά του πολιτικού φάσματος.



Υ.Γ. Τι είναι η Collettivo Prezzemolo

Η Collettivo Prezzemolo είναι πολιτική συλλογικότητα των φοιτητών, ερευνητών και εργαζομένων του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου της Φλωρεντίας. Καταγόμαστε από όλες τις χώρες της Ευρώπης –και όχι μόνον–, μεταφέροντας εντελώς διαφορετικές εμπειρίες και αναλυτικά πλαίσια της κρίσης που εκδιπλώνεται γύρω μας. Αυτό που μας ενώνει όμως είναι η πεποίθηση ότι ενώ οι κυβερνήσεις μας συνεργάζονται σε αντιδημοκρατικούς και αντιδραστικούς σχεδιασμούς αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης, τα κινήματα που αντιτίθενται στη νεοφιλελεύθερη λαίλαπα παραμένουν σε μια σχετική απομόνωση, ως αποτέλεσμα της χωρικής και πολιτικής πολυδιάσπασής τους.

Στόχος της Κολλεκτίβας είναι να διευκολύνει τη δημιουργία ενός δικτύου επαφών, εμπειριών και γνώσης, μέσω του οποίου τα κινήματα ενάντια στη λιτότητα και τον νεοφιλελευθερισμό θα συντονίσουν τις στρατηγικές τους, στην κατεύθυνση ενός διεθνικού προτάγματος αντίστασης.

πηγή: "Ενθέματα" Αυγής, 20/11/2011

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου